Κυριακή 15 Μαρτίου 2009

Χιλιάδες διαδηλωτές, βιτρίνες, δακρυγόνα, βία, σκέψεις

Ασύντακτες σκέψεις μετά την πορεία της Δευτέρας 8 Δεκέμβρη
Eχω γυρίσει εδώ και μερικές ώρες από τη σημερινή πορεία. Μια πορεία απίστευτων διαστάσεων απ’ όλες τις απόψεις. Συμμετοχής, «καταστροφών», βίας, αντιβίας, έκτασης, καταστολής, δακρυγόνων.Το αφηγούμαι χρονικά: Εφτασα κατά τις 7.00 με το μετρό στην Πλατεία Κλαυθμώνος. Η πορεία από τα Προπύλαια είχε ήδη ξεκινήσει, οπότε κατηφορίζω τη Σταδίου για να βρω αργότερα την πορεία. Από τα στενά έβλεπα κατεβαίνοντας χιλιάδες κόσμο στην Πανεπιστημίου.Στη συμβολή της Σταδίου με την προέκταση της Πατησίων, βρισκόταν ένα μπλοκ του ΚΚΕ (!) και από πίσω η Αντιεξουσιαστική Κίνηση. Δεν ξέρω από ποιο τρελό μπέρδεμα είχαν βρεθεί έτσι τα μπλοκ. Την ίδια στιγμή έστριβε από την Πανεπιστημίου η πορεία. Ενα ανθρώπινο ποτάμι, διαδηλωτές ο ένας πάνω στον άλλο, με πανώ από κάθε γνωστή αριστερή οργάνωση. Το ίδιο πυκνός ήταν ο κόσμος στην προέκταση της Πανεπιστημίου προς την Ομόνοια, που είχε περικυκλώσει το νεοκλασικό κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Το κτίριο αυτό πολιορκούνταν κανονικότατα, με λοστούς, πέτρες, φωτιές. Το ανθρώπινο ποτάμι από την Πανεπιστημίου έστριβε, φωνάζοντας συνθήματα, και ανηφόριζε στη Σταδίου, που είχε ήδη πάρει φωτιά – πρώτο πρώτο ένα κιόσκι του ΟΑΣΑ που μαύριζε τον τόπο.Στην προέκταση της Πατησίων πάντα, σπάζονταν οι τζαμαρίες ενός σούπερ μάρκετ, η διπλανή Eurobank και ούτω καθεξής. Αρχίζουν να ακούγονται τα πρώτα δακρυγόνα και να στριμώχνονται οι διαδηλωτές που προσπαθούσαν να απομακρυνθούν από την Ομόνοια, στην οποία γίνονταν συγκρούσεις.Μπαίνω κι εγώ στη Σταδίου, στο μέσο της μεγάλης διαδήλωσης περίπου. Ανηφορίζουμε, με συνθήματα μεν, αλλά είχα ταυτόχρονα κι ένα παράξενο συναίσθημα. Οτι ζω ένα ξέσπασμα ανυπολόγιστης βίας, με σάουντρακ αναρίθμητα χτυπήματα από καδρόνια και πέτρες. Μιας βίας που ξεσπούσε σε τζαμαρίες πολυκαταστημάτων, βιτρίνες, ταμπέλες, κιόσκια, ΑΤΜ. Στη Σταδίου δεν υπάρχουν πάνω από ένα-δύο μικρά καταστήματα, ούτως ή άλλως, οπότε όλα σχεδόν αποτελούσαν στόχο. Ανηφορίζουμε χιλιάδες, και εκατοντάδες δίπλα μας, μέσα από τα δολοφονικά κάγκελα του αείμνηστου Αβραμόπουλου, σπάνε ό,τι υπάρχει.
Αρχίζουν να πέφτουν τα πρώτα δακρυγόνα κάπου κοντά. Ο κόσμος που σπάει, συνεχίζει να σπάει, μέχρι το πρώτο ντου των ΜΑΤ, οπότε αρχίζει ο πετροπόλεμος. Τα ΜΑΤ ρίχνουν δακρυγόνα μέσα στην πορεία, μέσα στα πόδια μας, πάνω από τα κεφάλια μας. Τα δολοφονικά κάγκελα απαγορεύουν την εκτόνωση της πίεσης που νιώθει το πλήθος, καθώς δεν μπορείς να τρέξεις παρά μόνο μπροστά ή πίσω. Προσπαθούμε, μες στον πανικό, υποτυπωδώς να τραβηχτούμε στο αριστερό μέρος του δρόμου, με υποτυπώδεις αλυσίδες για προστασία από τα ΜΑΤ. Υποθέτω πως έχουν πια διαπιστώσει ότι για να σταματήσει η γενικευμένη καταστροφή, πρέπει να διαλύσουν την πορεία. Και το κάνουν κομματιάζοντας την, σπάζοντάς τη σε μικρότερα κομμάτια. Βρίσκομαι πια λίγο πριν την Πλατεία Κλαυθμώνος, στα Goody’s. Κίτρινα φώτα, σκοτάδια, διαδηλωτές.Πνίγομαι από τα δακρυγόνα που πέφτουν μέσα στο μπλοκ, που σπάει στα δύο μέσα σε ένα άσπρο χημικό σύννεφο. Γονατίζω, κρατιέμαι από όποιον βρω, έχω αυτό το απαίσιο συναίσθημα ασφυξίας, ότι κάπου εδώ τελειώνεις. Με ψεκάζει κάποια με Μαλόξ, συνέρχομαι προσωρινά, σταματάμε λίγο μετά, στην Κλαυθμώνος πια, μπροστά στον «Στρογγυλό». Γϋρω, χάος, διαδηλωτές που τρέχουν, στο βάθος, προς Ομόνοια, η υπόλοιπη πορεία. Ανεβαίνουν σιγά σιγά, ενώνομαι πάλι με τους υπόλοιπους διαδηλωτές.Συνεχίζουμε την πορεία στην καιόμενη Σταδίου. Ανεβαίνουμε, τα συνθήματα είναι πιο ξέπνοα τώρα. Οι επιθέσεις σε βιτρίνες αριστερά και δεξιά συνεχίζονται. Σκέφτομαι – ονειρεύομαι περπατώντας - πως, ιδανικά, θα έπρεπε να φτάσουμε πιο συντεταγμένα στο Σύνταγμα και να αναμετρηθούμε με κάθε μέσο (πέτρες, μολότωφ, καδρόνια, κορμιά) με αυτό το απαίσιο, σαρακιασμένο «Σώμα» που λέγεται Αστυνομία. Μπα, δεν γίνονται αυτά. Δίπλα μου, πολιορκείται το γωνιακό κατάστημα της «μις υποκλοπών» Vodafone, έχει καεί ήδη το κατάστημα της Virgin.Μπαίνουμε στο Σύνταγμα. Δεν έχω καμιά αίσθηση ώρας. Η Εθνική Τράπεζα της γωνίας έχει τοποθετήσει μεταλλικά πλέγματα, αλλά τα τζάμια της είναι σαν ελβετικό τυρί από τις πέτρες που έχουν πέσει πάνω της. Η αστυνομία ξεκινάει καθοριστικά ντου. Στην αρχή της Φιλελλήλων, στο μέσο της Πλατείας Συντάγματος, στη γωνία με Μητροπόλεως, τρώμε τρία αλλεπάλληλα ντου με δακρυγόνα. Στη γωνία με τη Μητροπόλεως, μας απωθούν προς τον πλαίνό της πλατείας δρόμο, και πολύς κόσμος (τώρα που το θυμήθηκα: όλων των ηλικιών, 15χρονα/ες, 20άρηδες/ες, τριαντάρηδες/ες, μεσήλικοι/ες, με μαντίλια στο στόμα, πρόσωπα άσπρα από τα Μαλόξ) βρίσκει διέξοδο ανεβαίνοντας προς τη Βουλή. Παίρνω συνέχεια τηλέφωνα φίλους και συγγενείς που χανόμαστε και βρισκόμαστε συνεχώς.Ανηφορίζουμε τη Φιλελλήνων. Πνιγόμαστε από τα δακρυγόνα. Κοιτάω πίσω, μόνο μαύρα σύννεφα καπνού και διμοιρίες να έρχονται προς το μέρος μας. Εχουμε μείνει πια μερικές εκατοντάδες – δύο ή τρεις χιλιάδες κόσμος. Πριν βγούμε στην Αμαλίας, γίνεται μια ανακοίνωση ότι θα πάμε αριστερά. Μετά ότι όχι, δεν γίνεται, θα πάμε δεξιά, προς Στύλους Ολυμπίου Διός. Βγαίνουμε στην Αμαλίας, οι μισοί προς τα αριστερά, οι άλλοι μισοί προς τα δεξιά. Πίσω μας, σπάζονται βίτρινες. Κοιτάω προς τη Βουλή. Ξεκινά εφόρμηση των ΜΑΤ με άπειρα δακρυγόνα. Τρεχαλητό προς τους Στύλους δηλαδή, είναι η μόνη μας επιλογή. Δεν τρέχουμε, τρέχουμε, μειώνουμε ταχύτητα, περπατάμε. Κάποιοι βάζουν φωτιά στο παράρτημα του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Χειροκροτάμε. Χειροκροτάμε όλοι, δυνατά. Να η διαφορά με τις απλές βιτρίνες της Σταδίου.Τα ΜΑΤ δεν σκοπεύουν να μας αφήσουν ήσυχους, εξάλλου τα σπασίματα συνεχίζονται. Τελικά, όχι, δεν είμαστε 2-3 χιλιάδες, είμαστε 4 με 5 χιλιάδες, ίσως παραπάνω. Βλέπω μπροστά μου, είμαι στη γωνία πριν το δρόμο που κατεβαίνει αριστερά πλάι στο Ζάππειο, ένα ποτάμι ως τη συμβολή με Δ. Αρεοπαγίτου. Θα μπουμε, λένε, στη Διονυσίου Αεροπαγίτου και θα πάμε στο σταθμό του Θησείου. Προσπαθώ να σκεφτώ ένα σύνθημα που να συνδυάζει την Ακρόπολη και το «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι» - αστεία σκέψη μάλλον. Φευγαλέα, σκέφτομαι – δεν είναι η πρώτη φορά, είναι η πολλοστή σήμερα το βράδυ– το παιδί που σκότωσαν οι μπάτσοι. Κάπου δίπλα ουρλιάζει μια σειρήνα αυτοκινήτου που καίγεται, μια τζάγκουαρ έξω από ένα ξενοδοχείο. Γκαπ, γκουπ, το σάουντρακ συνεχίζεται. Είναι η τρίτη συνεχόμενη βραδιά που βρίσκομαι στους δρόμους. Εχω συνηθίσει τους καπνούς, τα δακρυγόνα, τις σπασμένες βιτρίνες, τις φιγούρες πίσω μας με τα άσπρα κράνη και τα σκατά κάτω απ’ αυτά, στα κεφάλια που τα φοράνε.Νέο ντου των ΜΑΤ. Τρέχουμε. Η Διονυσίου Αρεοπαγίτου απορρίπτεται ως διέξοδος, μάλλον γίνονται κι εκεί συγκρούσεις. Πού πια; Συγγρού. Φτάνουμε στη γωνία με αυτή, μπα, κι εδώ συγκρούσεις, και φωτιές. Στρίβουμε αριστερά, προς Καλλιρόης. Μερικές εκατοντάδες πια. Φτάνουμε στη διασταύρωση Καλλιρόης και Βουλιαγμένης. Κοιτάω τις κάμερες στους στύλους – τις ξέρω, περνάω συχνά από εκεί.Γίνεται η απρόσμενη μαλακία. Μια κλούβα με ΜΑΤ μέσα κατεβαίνει μαλλικούβαρα από την Καλλιρόης. Γίνεται αυθόρμητο ντου στο σιδερένιο θηρίο, ο οδηγός της την κατευθύνει με κινήσεις πανικού ανάμεσα σε πέτρες και καδρόνια που εκτοξεύονται αστραπιαία εναντίον της. Θα μπορούσε να έχει πέσει πάνω μας, να έχει χτυπήσει τα αυτοκίνητα μπροστά της, θα μπορούσε να έχει τουμπάρει. Ερχεται και δεύτερη μετά από λίγο. Τα ίδια, αλλά αυτή στρίβει αριστερά στη Βουλιαγμένης. Τρώει ένα καδρόνι στο αριστερό παράθυρο. Αμέσως μετά, ένα ασθενοφόρο. Κάποιος – προς γενική έκπληξη όλων – του την πέφτει, τον μαζεύουμε αμέσως. Αργότερα έμαθα ότι η κλούβα προηγουμένως είχε παέι να τον πατήσει, να τον σκοτώσει, και είχε πάθει σοκ… Χάος.Δίπλα, η Συγγρού καίγεται. Συνεχίζεται το σάουντρακ. Να φτάσουμε ως το μετρό του Φιξ αποκλείεται, στη Συγγρού γίνετια το σώσε, μόνη δυνατή διέξοδος, να γυρίσουμε πίσω από τον ίδιο δρόμο. Το αποφασίζουμε, και αποδεικνύεται σωστή επιλογή. Σε όλη τη διαδρομή ως τα Εξάρχεια, συναντάμε πυροσβεστικά να σβήνουν φωτιές και σκόρπιες διμοιρίες. Στην Ακαδημίας έχει πιάσει κάποιο μεγάλο κτίριο φωτιά, φλόγες ξεπηδούν από κάποιον ψηλό όροφο. Στα Εξάρχεια, φωτιές. Στην πλατεία, είναι πια 8.30 το βράδυ, μαζεμένος κόσμος και ακούγονται φωνές από πιο πέρα. Στη Στουρνάρη, προς το Πολυτεχνείο, κόσμος. Μάλλον λίγο πιο κάτω συνεχίζεται το πετρίδι.Μένω για λίγο στα Εξάρχεια. Συζητήσεις. Από κοντά, ή στα κινητά. Λέμε για τον όγκο της διαδήλωσης, για τις επιθέσεις, τα δακρυγόνα, τα ντου, τη γενικευμένη βία. Ανησυχία μήπως υπάρχουν εγκλωβισμένοι στα φλεγόμενα κτίρια – εφιαλτικό σενάριο, αλλά δεν πιστεύω τα κοράκια των ΜΜΕ. Γυρίζω σπίτι, στο δρόμο ο ταξιτζής ακούει ραδιόφωνο –λένε για τα γεγονότα.
Η τηλεόραση έχει ειδήσεις και εκπομπές. Συνέχεια πλάνα από πετροπόλεμο και δακρυγόνα. Πουθενά η τεράστια πορεία στην οποία είχα συμμετάσχει. Λένε πως καίγεται η Εθνική Βιβλιοθήκη – όχι, δεν θα το ήθελα αυτό. Βγαίνει ο Παυλόπουλος, αυτό το άθλιο υποκείμενο, να παίξει το επικοινωνιακό του παιχνιδάκι. Ο Πρετεντέρης, ο απόλυτος ηλίθιος, προσπαθεί να πείσει το λοβοτομημένο κοινό του ότι επρόκειτο περί ενός απλού τσαμπουκαλή – πώς ο φονιάς, ο εν ψυχρώ φονιάς δεν έκανε ό,τι έκανε επειδή του έχουν μάθει πως κάνει ό,τι θέλει. Βρίζω.Κλείνω την τηλεόραση. Ησυχία τώρα. Είναι νωρίς για συμπεράσματα. Ενας νεκρός από σφαίρα μπάτσου, 15 χρονών. Τρεις νύχτες διαδηλώσεων. Μια πόλη που καίγεται - λουλούδι που ανθίζει άραγε; Πού πάμε τώρα;

http://indy.gr/newswire/3c7iliades-diadilotes-bitrines-dakrygona-bia-skepseis-3

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου